- πελείας
- πελείᾱς , πέλειαdovefem acc plπελείᾱς , πέλειαdovefem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πελειάς — fruitpigeon fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πελειάς — και πελιάς, επικ. τ. πεληϊάς, άδος, ἡ, Α 1. το αγριοπερίστερο 2. είδος πτηνού το οποίο ο Αριστοτέλης διακρίνει από το αγριοπερίστερο 3. το περιστέρι 4. (στην Ινδία) το πτηνό κροκόπους ο χλωρογάστωρ 5. στον πληθ. αἱ πελειάδες οι προφήτιδες ιέρειες … Dictionary of Greek
Πελείας — Πελείᾱς , Πελείης masc acc pl (doric) Πελείᾱς , Πελείης masc nom sg (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πελειά — πελειάς fruitpigeon fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πελειάδα — πελειάς fruitpigeon fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πελειάδας — πελειάς fruitpigeon fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πελειάδες — πελειάς fruitpigeon fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πελειάδι — πελειάς fruitpigeon fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πελειάδος — πελειάς fruitpigeon fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πελειάδων — πελειάς fruitpigeon fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)